avant-garde, Ιούλιος 2018

avant-garde, Ιούλιος 2018

avant-garde / Link 

Από την Ιωάννα Χριστοδούλου

 

Αφουγκραστείτε, πιάστε τον παλμό, περιγράψτε, βάλτε ψυχή. Φτάνει με την ευκολία μας πια”. Αμφιβάλλω, απ’ όλους όσοι εργαστήκαμε στα μίντια με τον Σταύρο Χριστοδούλου ως διευθυντή, να υπάρχει έστω κι ένας εκεί έξω που δηλώνει πως το να δουλεύεις μαζί του είναι εύκολο. Την τελευταία δεκαετία, ως αναγνώστρια πλέον των δημοσιογραφικών και συγγραφικών του κειμένων, την αποστροφή του στην ευκολία -σε ιδέες και κείμενα- συνεχίζω να τη διακρίνω.

Όταν πρόσφατα κυκλοφόρησε απ’ τις εκδόσεις Καστανιώτη το δεύτερό του βιβλίο, “Τη μέρα που πάγωσε ο ποταμός”, δεν άργησα να ξεχυθώ κι εγώ στους δρόμους μαζί με τον ήρωά του Στράτο Παπαδόπουλο, για να ψάξουμε μαζί τον δολοφόνο. Ακολούθησε η παρουσίαση στη Δημοσιογραφική Εστία, με αξιόλογους ομιλητές, κι έπειτα η συνάντησή μας σε βεράντα. Με κρασί και στο ενδιάμεσο ένα από εκείνα τα μπουρίνια που σε κάνουν να χαμογελάς από έκπληξη, καταλήξαμε να μιλάμε για μιάμιση ώρα.

Ρε συ, πώς θα το απομαγνητοφωνήσεις όλο αυτό;”, με ρώτησε με το ύφος του γραφιά που γνωρίζει πολύ καλά περί τίνος πρόκειται. “Θα τα βγάλω πέρα” του απάντησα, θέλοντας να προσθέσω πως κάτι έχω μάθει κι εγώ δουλεύοντας μαζί του. Δεν του είπα τίποτα όμως, γιατί ξέρω πως τα μελό δεν τα γουστάρει.

Λογοτεχνική επιστροφή μ’ ένα νουάρ μυθιστόρημα αυτή τη φορά. Ναι, παρόλο που το αστυνομικό μυστήριο λειτούργησε απλά ως φόρμα, ως άλλοθι αν θες, για τη συγγραφή αυτού του βιβλίου. Επικεντρώθηκα γι’ ακόμα μια φορά στις ιστορίες των ανθρώπων, τις σχέσεις τους, τους χώρους όπου κινούνται. Ανέκαθεν μ’ αφορούσε αυτό το κομμάτι που, στην προκειμένη, αποδόθηκε μυθιστορηματικά με βάση την ανθρωπογεωγραφία της Αθήνας όπως την αντιλαμβάνομαι. Κάπως έτσι έδεσε το νουάρ πακέτο.

Γιατί επέλεξες την Αθήνα; Έτυχε. Πρόκειται εξάλλου για μια πόλη που γνωρίζω εξίσου καλά με τη Λευκωσία. Με ερεθίζει η εικόνα της σύγχρονης Αθήνας. Αυτής που φιλοξενεί απ’ την μια κόσμο τσαλακωμένο που ζει στο περιθώριο της ζωής, στα υπόγεια -μάλλον χωρίς θέα- και απ’ την άλλη φιλοξενεί τον κόσμο εκείνο που επιπλέει στον αφρό. Χαρακτηριστική σκηνή στο βιβλίο όταν μια οικογένεια απ’ την Κηφισιά κάθεται σ’ αυτή την τεράστια τραπεζαρία και μεταξύ τους υπάρχει μια απόσταση, ένα κενό, που νομίζεις πως θα τους ρουφήξει. Κάπου μεταξύ των δύο διακρίνει κανείς και το μικροαστικό κέλυφος της πόλης, ίσως να το εντόπισες στο σπίτι μιας ηρωίδας στου Ψυρρή.

Της Ευαγγελίας. Ναι. Η Ευαγγελία είναι και ο πρώτος χαρακτήρας που είχα στήσει γιατί σ’ αυτήν προσανατολιζόμουν αρχικά. Στην πορεία η συγγραφή με οδήγησε αλλού αλλά παραμένει ένας απ’ τους αγαπημένους μου χαρακτήρες μες σ’ όλο αυτό το κάδρο της πόλης.

Τι συνθέτει το κάδρο μιας πόλης; Οι γειτονιές και ο κόσμος της, οι άνθρωποι που γνωρίζουμε κι οι άνθρωποι που δεν γνωρίζουμε. Οι μικρές κοινωνίες και οι μικρές παρέες που, δεν ξέρω αν γράφουν ιστορία αλλά, κυκλοφορούν ανάμεσά μας. Έτσι ήταν πάντοτε κι είναι όμορφο αυτό, το γεγονός ότι είμαστε διαφορετικοί.

Υπάρχουν οι λεγόμενες “φυλές της πόλης”; Κοίτα, εμείς που περάσαμε και από την λαιφστάιλ δημοσιογραφία, μάλλον κάναμε πλάκα κάποτε μ’ αυτό τον τίτλο αλλά, τι να πω, υπάρχουν. Είναι εκεί. Φυλές, γειτονιές, γκέτο. Υπάρχει αυτό που λέμε ο μέσος άνθρωπος, η μέση ζωή.

Συναντιούνται όλοι αυτοί οι διαφορετικοί άνθρωποι μες τις πόλεις; Μάλλον όχι και μπορώ να σου δώσω ένα παράδειγμα. Μπαίνω καμιά φορά στη διαδικασία να διαβάσω τα σχόλια κάτω από συγκεκριμένες ειδήσεις και σιχαίνομαι όταν συνειδητοποιώ πόσοι σκατόψυχοι άνθρωποι υπάρχουν εκεί έξω. Σκέφτομαι, όμως, πως αυτούς τους ανθρώπους δεν τους συναντούμε πουθενά. Προσωπικά, τουλάχιστον, δεν τους συναντώ πουθενά. Ξέρεις, καμιά φορά νομίζουμε πως η Κύπρος είναι τα τετραγωνικά όπου περιφερόμαστε, οι παρέες μας, οι πέντε καφετέριες κι οι δυο ταβέρνες. Κι όμως, έστω κι αν ο τόπος είναι μικρός, δεν ξέρω πόσο πολύ είμαστε τελικά ο ένας μες τη ζωή του άλλου.

Το πιστεύεις πως “Η ζωή είναι ζούγκλα”, όπως γράφεις και στο βιβλίο; Έτσι το βλέπω, ναι. Πιστεύω πως αν δεν είσαι κάποιος που τυχαία πέρασε κι είδε φως και μπήκε, αν έχεις δηλαδή μία συνειδητότητα στον τρόπο που πορεύεσαι, είναι εύκολο να αντιληφθείς πως η ζωή είναι μία σειρά από μάχες. Τίποτα δεν μπορεί να είναι απλό και ανώδυνο σ’ αυτή τη διαδικασία. Αυτός που έχει επίγνωση των πραγματικοτήτων γύρω του, γνωρίζει πολύ καλά πως η ζωή εκεί έξω δεν έχει σχέση με το καταπράσινο λιβάδι της Λόρα Ίνγκαλς.

Να ελπίζουμε στη νέα γενιά; Κοίτα, δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι άλλο. Μπορεί να μιλάμε για τη γενιά που μπήκε από νωρίς στο λούκι, που της έτυχε αυτός ο τεράστιος μπάτσος της καθήλωσης, που ζει μες την κρίση και βρίσκεται αντιμέτωπη με μια πολυσύνθετη πραγματικότητα αλλά δεν μπορώ να πιστέψω πως δεν υπάρχει ελπίδα. Είμαι αισιόδοξος πως αυτή η γενια θα πάρει μπρος. Δεν γίνεται αλλιώς. Αυτή είναι εξάλλου και η ιδεολογική μου θέση προς τα πράγματα, το πιστεύω βαθιά πως οι επόμενοι θα είναι πάντοτε καλύτεροι. Είναι η φυσική ροή των πραγμάτων. Ακόμα και μέσα σ’ όλο αυτό που συμβαίνει σήμερα, εξακολουθούν να ανοίγουν τα μυαλά και οι ορίζοντες του κόσμου.

Κάποιος θα μπορούσε να διαφωνήσει και να φέρει ως παράδειγμα τον νεοσυντηρισμό, ίσως και την ενδεχόμενη άνοδο της άκρας δεξιάς. Δεν αρνιέμαι ότι παρατηρούνται αυτά τα φαινόμενα αλλά ως φύσει αισιόδοξος άνθρωπος που είμαι, εξακολουθώ να πιστεύω στην εκδίκηση του καλού. Δεν θα πετύχει η πιο πάνω συνταγή. Και δεν πρέπει να την αφήσουμε να πετύχει.

Η ομορφιά θα σώσει τον κόσμο”, είχες αναφέρει στην παρουσίαση του βιβλίου. Ντοστογέφκσι. Και μία προσωπική, αν θέλεις, θέση που διατηρώ απέναντι στα πράγματα. Μία στάση θετική, ότι ο κόσμος μπορεί και θα γίνει καλύτερος. Μόνο που, γι’ αυτή την ομορφιά, πρέπει να παλέψουμε, χωρίς να μας ρουφάει η μιζέρια. Δεν αρνούμαι πως εισπράττουμε καθημερινά την τοξικότητα σε όλα τα επίπεδα ή πως αυτή είναι αμελητέα. Αρνούμαι όμως να εκχωρήσω στην τοξικότητα το παιχνίδι. Υπάρχει αυτή η υπέροχη λέξη στην κυπριακή, “αντρόσιη”. Αυτό. Οι υγιώς σκεπτόμενοι άνθρωποι πρέπει να αντιστέκονται.

Πώς αντιστέκονται, σήμερα, οι άνθρωποι; Πρωτίστως ιδιωτικά ή και όπως αλλιώς μπορούν. Η αντίσταση έχει να κάνει με τη στάση ζωής, με την ματιά του καθενός μας απέναντι στην πραγματικότητα.

Πιστεύεις στην ιδιωτική αντίσταση; Σίγουρα ως ιδέα να μαζευτούν οι άνθρωποι, να γίνουν ομάδα και να παλέψουν για κάτι, μου αρέσει. Απ’ τη στιγμή όμως που δεν είμαι ενταγμένος, επέλεξα ένα πιο μοναχικό δρόμο, χωρίς ωστόσο να παραμένω σιωπηλός. Έχω μία εξωστρέφεια, λέω και γράφω τα πράγματα όπως τα αισθάνομαι τόσο με τα δημοσιογραφικά μου κείμενα όσο και με τα βιβλία μου πλέον.

Θα έλεγες πως κοινός παρονομαστής είναι, ενδεχομένως, το ενδιαφέρον σου για την πολιτική; Κοίτα, θα πρέπει να διαχωρίσουμε πρώτα τα δύο επίπεδα της πολιτικής. Γιατί έχουμε απ’ την μια το πρακτικό κομμάτι, που έχει να κάνει με τους μηχανισμούς που καθορίζουν την κοινωνική δομή και απ’ την άλλη έχουμε το ιδεολογικό, την πολιτική στάση που μπορεί να υπάρξει και εκτός κομμάτων. Σίγουρα με αφορούν και τα δύο επίπεδα χωρίς ωστόσο να τα φιλτράρω πλέον μέσα απ’ τις οριοθετήσεις που ίσχυαν στο παρελθόν. Κι αυτό γιατί σήμερα, παρόλο που μπορούμε ακόμα να μιλάμε για Δεξιά και Αριστερά, πρέπει να λάβουμε υπόψη τις υποκατηγορίες και τις πολλαπλές εκφάνσεις της κάθε ιδεολογίας. Αλλαγές που προέκυψαν, βεβαίως, μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού.

Και το εν λόγω νευραλγικό κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας, σε απασχολεί συγγραφικά. Ναι κι αυτό γιατί, μην ξεχνάς, έζησα την εποχή αυτή. Η αφήγησή μου, μυθοπλαστικά, δεν θα μπορούσε να μην πατάει κάπως πάνω σε βιώματα ή ακόμα και σε πράγματα που με ερεθίζουν. Κι ακόμα με ερεθίζει αυτή η ουτοπία, του μαρξισμού, αλλά και το πόσο λανθασμένα εφαρμόστηκε. Το πώς μία ουμανιστική ιδεολογία κατέληξε να γίνεται ένα απολυταρχικό καθεστώς. Με απασχολούν αυτά, ως προβληματισμοί και ως τροφή για σκέψη.

Πάνω κάτω όλοι είμαστε μαρξιστές, σημείωσε ένας εκ των ομιλητών στην παρουσίαση του βιβλίου σου. Κοίτα, κατά κάποιο τρόπο, συμφωνώ. Οι βασικές αρχές του μαρξισμού συνεχίζουν να με συγκινούν και, βεβαίως, με αφορούν τα μεγάλα θέματα όπως για παράδειγμα η ισότητα και η κοινωνική δικαιοσύνη. Η ματιά μου είναι προσανατολισμένη εκεί αλλά ως ιδεολογία δεν την ασπάζομαι σήμερα και γι’ αυτό δεν είμαι ενταγμένος. Εξακολουθεί όμως να είναι μία ιδεολογία που με ερεθίζει, μεταξύ άλλων και δημιουργικά, ως συγγραφέα.

Πάντως, τόσο μέσα απ’ τα δημοσιογραφικά σου κείμενα όσο και μέσα απ’ τα βιβλία σου, διαφαίνεται η ταξική ανάγνωση των πραγμάτων. Ξέρεις, αναρωτιέμαι αν κάποιος μπορεί να το αναγνώσει διαφορετικά. Ο κόσμος που ζούμε είναι απόλυτα ταξικός. Μπορεί να ηχεί γραφικό, παλαιοκομματικό και μουχλιασμένο αυτό που λέω αλλά πιστεύω πως αφορά στην πραγματικότητα. Είναι μία ανάγνωση του κόσμου, τι να κάνουμε, έτσι έχουν τα πράγματα.

Τι άλλο δεν μούχλιασε στην πορεία της Ιστορίας; Η Τέχνη κι όλα όσα θεωρούμε μεγάλα και διαχρονικά. Αυτά που πραγματεύονται τα αρχετυπικά θέματα με τα οποία ήταν ανέκαθεν αντιμέτωπος ο άνθρωπος. Δεν είναι υπέροχο που σήμερα παρακολουθούμε ένα αρχαίο κείμενο στο θέατρο και εξακολουθεί να μας αφορά και να μας συγκινεί; Η μεγάλη Τέχνη, δεν μουχλιάζει.

Να μας προσγειώσω στα μιντιακά; Κάπου γράφεις για τα “αποκαΐδια της δεοντολογίας” στο βιβλίο και το βρήκα υπέροχο. Κάποιος άλλος μπορεί να πει πως χρησιμοποίησα ένα κλισέ παράδειγμα στο σημείο όπου αναφέρεσαι αλλά, ξέρεις, τα στερεότυπα προκύπτουν απ’ τη ζωή. Είναι γεγονός ότι αυτή η δουλειά που κάνουμε αλλάζει. Κι είναι αναπόφευκτο. Το νέο τοπίο που δημιουργείται έχει και πολλή σκαρταδούρα μέσα αλλά θεωρώ πως η έγνοια και η ανάγκη για το περιεχόμενο θα επανέλθει. Ως δημοσιογράφος, έχω την ευχέρεια να πω πως έζησα τις ωραίες εποχές και νιώθω αρκετά τυχερός που ουδέποτε δέχτηκα λογοκρισία. Ανέκαθεν είχα ένα καθεστώς ελευθερίας και ποτέ δε χρειάστηκε να κάνω σκόντο σε θέματα αρχής όπως, για παράδειγμα, θέματα που αφορούν στα ανθρώπινα δικαιώματα.

Τον δημοσιογράφο στο βιβλίο σου, που ψάχνει διακαώς την αλήθεια, τον βρήκα πολύ ρομαντικό ως χαρακτήρα. Η μία ανάγνωση είναι αυτή που λες. Μια άλλη θα ήταν πως δεν είναι από ρομαντισμό που ψάχνει την αλήθεια και πως είναι τον ίδιο του τον εαυτό που ψάχνει. Τις αλήθειες του. Αν σου πω να ξεχάσεις πως ο ήρωας αυτός είναι δημοσιογράφος και να τον αντικαταστήσεις μ’ έναν οποιοδήποτε πενηνταπεντάρη, με άλυτα συναισθηματικά θέματα, θα άλλαζε κάτι; Νομίζω πως πρόκειται για έναν άνθρωπο σαν εμάς, απόλυτα σημερινό. Έναν άνθρωπο που μέσα απ’ την αναζήτηση της αλήθειας, που δεν είναι πάντοτε τόσο ρομαντική όσο ακούγεται, έχει ιδιοτελή κίνητρα.

Είναι πάντοτε ιδιοτελή τα κίνητρα των ανθρώπων; Όχι αλλά μπορεί να είναι και τέτοια. Να σου πω, δεν το βρίσκω κατ’ ανάγκη κακό αυτό. Κάποιος μπορεί, έστω και εγωιστικά, να παραμένει ανήσυχος για να κορέσει την ματαιοδοξία του. Είναι κι αυτό ανθρώπινο. Η ησυχία είναι το πιο επικίνδυνο πράγμα. Εκείνη η απόλυτη ησυχία που σε κάνει να νομίζεις πως θα πεθάνεις μες την αταραξία και τον συμβιβασμό.

Είναι ο “κάθε συμβιβασμός ένας μικρός θάνατος”; Το ‘χω γράψει γιατί το νιώθω πολύ έντονα. Ο πρωταγωνιστής αυτός, ο δημοσιογράφος, θα μπορούσα να είμαι εγώ, εσύ, ο γείτονας. Σύγχρονοι άνθρωποι που επιλέγουν να έχουν μία τοποθέτηση ανήσυχη απέναντι στα πράγματα, που τρώγονται με τα ρούχα τους. Πρόκειται για ανθρώπους που δεν θέλουν να δουν τη ζωή τους να βαλτώνει μέσα σε κάποια τετραγωνικά και σε ήσυχους παρατεταμένους θανάτους.

Ποιον θεωρείς τον πιο θλιβερό παρατεταμένο θάνατο; Αυτόν που σε υποχρεώνει να ζεις, να πορεύεσαι και να κοιμάσαι μ’ έναν άνθρωπο που δεν αγαπάς. Μεγάλη ήττα. Απ’ τους μεγάλους έρωτες με τις χιλιάδες εκρήξεις, στους γλυκούς και υπαινικτικούς, ο άνθρωπος έχει νόημα όταν βρίσκεται κάπου και με κάποιον που αγαπά. Υπάρχουν σημαντικά πράγματα στην ζωή που δεν αξίζουν διαπραγμάτευσης.

Γιατί γράφεις βιβλία; Θα στο πω λαϊκά, γιατί γουστάρω. Είναι μια ανάγκη έκφρασης στην τελική. Το ότι ξυπνάω κάθε πρωί στις έξι για να κάτσω να γράψω, μάλλον σημαίνει πως το γουστάρω. Κάποιου είδους ικανοποίηση μου προσφέρει η διαδικασία. Είναι πολλά αυτά που μπορεί να μας ικανοποιούν στη ζωή και δεν είναι αναγκαίο τα κίνητρά μας να είναι πάντοτε ιδεαλιστικά και μεγάλα. Μπορεί να ‘ναι κι άλλα, η αναγνώριση ξερωγώ.

Έχεις αυτή την ανάγκη; Όταν ξεκινούσα την δημοσιογραφία, η Έλενα Ακρίτα ήταν απ’ τις δημοσιογράφους που αγαπούσα πολύ. Το σημείωνε τακτικά, κι εγώ το παρήγαγα καθ’ υπερβολή, πως υπάρχει “η ματαιοδοξία της υπογραφής”. Έλεγε πως όλοι οι δημοσιογράφοι έχουμε αυτή την ματαιοδοξία κι αμφιβάλλω αν υπάρχουν ‘αθώοι’ ανάμεσά μας. Μία απ’ τις ερωτήσεις που συνήθιζα να απευθύνω στους συνεντευξιαζόμενούς μου ήταν “Αναγνωρίζεις το κομμάτι της ματαιοδοξίας που σου αναλογεί;”.

Αναγνωρίζεις το κομμάτι της ματαιοδοξίας που σου αναλογεί; Ναι, το αναγνωρίζω, τι να κάνουμε; Ίσως, βέβαια, να αξίζει να πω πως θεωρώ πολύ πιο σημαντικό να δικαιώνεται η όποια ματαιοδοξία. Να σε δικαιώνει το αποτέλεσμα. Το καθετί έχει ένα στόχο, να βρει ένα κοινό. Νόημα και αξία αποκτά όταν δικαιώνεται.

Σ’ ένα ιδανικό κόσμο, πως θα ήθελες να ήταν ιεραρχημένα τα πράγματα; Προσωπικά με ενδιαφέρει πολύ ο πολιτισμός. Όχι με την στενή, αυτή που λέμε κουλτουριάρικη, έννοια. Ο πολιτισμός σαν στάση ζωής. Η Τέχνη, τα γράμματα, η καλλιέργεια. Επιπλέον, θα ήθελα ένα κράτος με περισσότερες κοινωνικές ευαισθησίες, κομμάτι του πολιτισμού κι αυτό. Με αφορά οι άνθρωποι να έχουν μία αξιοπρεπή ζωή.

Νοσταλγείς την Κύπρο του χθες; Καθόλου. Τι έχει να νοσταλγήσω; Μεγαλώσαμε σε μία κλειστοφοβική κοινωνία, με φοβικά σύνδρομα και ζήσαμε την εισβολή. Η αφήγηση με τα γιασεμιά και τις ανοιχτές πόρτες δε με πείθει. Ο κόσμος άλλαξε, εξελίχθηκε και ελπίζω να γίνει καλύτερος. Είναι αυτό που λέγαμε πριν με τη νέα γενιά. Οφείλουμε να έχουμε απαιτήσεις και να πιστεύουμε σ’ αυτή.

Πως διαμορφώνονται οι χαρακτήρες των ανθρώπων; Αρχικά απ’ το σπίτι. Πιστεύω πως ισχύει για τον καθένα μας. Προσωπικά μεγάλωσα σ’ ένα σπίτι όπου, την δεκαετία ‘70, αντί να έχει στην βιβλιοθήκη στημένα μπιμπελό, είχε βιβλία. Είναι κάτι που χρωστώ στους γονείς μου αυτό, που χωρίς να είναι καταναγκαστικοί με έβαλαν με κάποιο τρόπο σ’ αυτή τη λογική. Θεωρώ πως τα διαβάσματα του καθενός είναι σημαντικά και αφορούν σε μία διαδικασία που δεν τελειώνει ποτέ κι αυτό είναι εκπληκτικό. Είναι σημαντικό, σπουδαίο θα έλεγα, σ’ αυτή τη ζωή να συνεχίσουν να μας εκπλήσσουν πράγματα. Σ’ όλα τα επίπεδα. Προσωπικά μ’ έχει σώσει αυτό. Η έκπληξη λειτουργεί ως αντίβαρο στη ζωή μου κι επιλέγω να διατηρώ αυτή την, εφηβική αν θες, στάση. Μ’ αρέσει αυτή η ανοιχτωσιά, δεν το μπορώ το κλείδωμα, το βόλεμα, τη ζωούλα. Μ’ αυτό το βλέμμα παρατηρώ και τον κόσμο. Την στάση ζωής των ανθρώπων και όχι την φτιαχτή φωταγώγηση τους.

Αυτό το διάστημα ξυπνάς στις έξι το πρωί για να γράψεις; Παραδίδοντας το “Τη μέρα που πάγωσε ο ποταμός” στον Καστανιώτη, άρχισαν αμέσως να στριφογυρίζουν διάφορα στο μυαλό μου. Οι σημειώσεις μου αυτή τη στιγμή επικεντρώνονται στη δεκαετία του ‘70 και στην Κύπρο. Είμαι στα αρχικά στάδια και αυτή τη στιγμή απολαμβάνω την έρευνα και την όλη διαδικασία.